καταυγάζεται

καταυγάζεται
καταυγάζω
shine upon
pres ind mp 3rd sg
καταυγάζω
shine upon
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αστεροφεγγής — ἀστεροφεγγής, ές (Α) αυτός που καταυγάζεται από το φως των άστρων …   Dictionary of Greek

  • ηλιόχαρος — και λιόχαρος, η, ο (για τόπους) αυτός που φαίνεται ότι χαίρεται επειδή καταυγάζεται από τις ηλιακές ακτίνες («ηλιόχαρη ακρογιαλιά»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο * + χαρος (< χαρά), πρβλ. περί χαρος, πολεμό χαρος] …   Dictionary of Greek

  • παμφώτιστος — παμφώτιστος, ον (Α) αυτός που καταυγάζεται, που φωτίζεται άπλετα, υπέρλαμπρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + φωτίζω] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”